Κυριακή 1 Απριλίου 2018

THE FOUR LANTERNS - ΤΑ ΑΙΩΝΙΑ ΝΤΟΛΜΑΔΑΚΙΑ


Το στοίχημα για φέτος είναι αν θα έρθει ο μεσιέ Ζερόμ στο μεταμεσονύκτιο πικνίκ. Ο Αλφρέδος και ο Ζενεβιέ είναι βαθύτατα προβληματισμένοι. Τι να κάνουν; Να ακυρώσουν μια παράδοση έξι ετών; Δεν τους πάει με τίποτα. Έχουν εμπιστοσύνη στον Ζερόμ αλλά φέτος με την ανακαίνιση του ξενοδοχείου και την επανατοποθέτησή του σε άλλο σημείο, θα τα καταφέρει να τους βρει; Έρχεται από πολύ μακριά, μην το ξεχνάμε. 
Οι δυο τους αποφασίζουν τελικά να τα μαγειρέψουν τα ντολμαδάκια. 
« Αν πετύχουν, θα βρει το δρόμο» λέει χαριτολογώντας ο Αλφρέδος. 
Έχει δίκιο. 
Το ραντεβού είναι όπως πάντα για τα μεσάνυχτα της πρωταπριλιάς στους κήπους του ξενοδοχείου, στο αγαπημένο σημείο του μεσιέ Ζερόμ. Εκεί συνήθιζε να λιάζεται μετά τη βουτιά του στην πισίνα και να παραγγέλνει το πιάτο με τα πρώτα ανοιξιάτικα ντολμαδάκια. Ο μεσιέ Ζερόμ βρέθηκε νεκρός ένα μεσημέρι στην πισίνα. Η καρδιά του τον πρόδωσε. Οι πρώτες βοήθειες δε στάθηκαν αρκετές για να τον επαναφέρουν στη ζωή. Υπήρξε μια αναστάτωση σε όλο το ξενοδοχείο. Ήταν ιδιαίτερα αγαπητός και ανοιχτόκαρδος.. Όλοι είχαν να τον μνημονεύουν για καιρό μετά. Όλοι είχαν να διηγηθούν και μια αστεία ιστορία για αυτόν και για τους ωραίους του τρόπους. 
Ο ίδιος όμως ήθελε να ξαναγυρίσει πίσω και να γευτεί τα ωραία ανοιξιάτικα ντολμαδάκια. Δύσκολο από εκεί που ήταν. Πηγαινοερχόταν στα γνώριμα μέρη, βέβαια, αλλά δεν τον έβλεπε κανείς. Δεν μπορούσε να το κάνει και συχνά, άλλωστε. Βρήκε το τέχνασμα να τρυπώσει στο όνειρο του Ζενεβιέ και του Αλφρέδου και τα κατάφερε να τους επικοινωνήσει τη λαχτάρα του. 
« Δεν κάνουμε ένα ωραίο πικνίκ με τα ντολμαδάκια που τα έχω λαχταρήσει και με την ευκαιρία να δω κι εσάς και να μου πείτε τα νέα σας;»
Την πρώτη χρονιά το εγχείρημα στήθηκε με λίγο φόβο. Δεν είναι και λίγο πράγμα να έχεις συνδαιτημόνα στα γρασίδια έναν νεκρό. Είχαν στρώσει τα τραπεζομάντηλα και τα πιάτα, είχαν σερβίρει τα μοσχομυριστά ντολμαδάκια με μπόλικο δυόσμο, όπως του άρεσαν, και στο πλάι ζεστό ακόμα ζυμωτό ψωμί. Είχαν καθίσει και περίμεναν στη μεταμεσονύκτια δροσιά και υγρασία τον μεσιέ Ζερόμ να φανεί. Και ήρθε φυσικά. Εντυπωσιακή είσοδο θα την έλεγε κανείς μιας και διάλεξε να βγει από την πισίνα, αλλά το τεκμηρίωσε.
«Μην απορείτε φίλοι μου, από εδώ μπήκα, από εδώ και θα βγω.»
Τα έφαγε με τόση λαχτάρα όση τους είχε μεταδώσει στο όνειρο και τους ευχαρίστησε από καρδιάς. Δεν ειπώθηκαν κουβέντες για άλλους κόσμους, αλλά απλά καθημερινά νέα του προσωπικού και της πόλης. Μια διακριτικότητα και από τις δύο πλευρές. Το πικνίκ κράτησε μια ώρα περίπου και ανανεώθηκε το ραντεβού για την επόμενη χρονιά. Και για την επόμενη. Και για την επόμενη. Και πέρασαν ήδη έξι χρόνια. 
Ο Αλφρέδος  είναι σίγουρος ότι θα το βρει το σημείο και ειδικά φέτος που έχουν να του πουν τόσα νέα, τόσες ενδιαφέρουσες ιστορίες που έχουν ζήσει μέχρι τώρα. 
Το πικνίκ στήνεται στους καινούργιους κήπους του ξενοδοχείου και όπως πάντα τον περιμένουν στη μεταμεσονύκτια δροσιά της άνοιξης. 
«Σαν να άργησε λιγάκι φέτος», λέει ο Ζενεβιέ κοιτάζοντας το ρολόι του.
«Δώσε του λίγο χρόνο ακόμα, είναι λίγο διαφορετικά τα πράγματα αυτή τη φορά»
Το βλέμμα τους είναι καρφωμένο στην πισίνα. Τα εξωτικά πουλιά έχουν σωπάσει και ακούγεται μόνο το αεράκι που ξεσηκώνει τα φύλλα των δέντρων. Ο μεσιέ Ζερόμ αυτή τη φορά βγαίνει από μια συστάδα θάμνων και τους τρομάζει
«Καλώς τον, από αλλού σε περιμέναμε καλέ μου Ζερόμ» μίλησε σιγανά και λίγο τρομαγμένα ο Ζενεβιέ.

«Μου βγήκε η ψυχή μέχρι να σας βρω, αλλά τίποτα δε θα με χώριζε από τα αιώνια μου ντολμαδάκια.»


*Eυχαριστούμε θερμά τον Άγγελο Παπαδημητρίου για την εμπιστοσύνη.
Ήταν μια εξαιρετική συνεργασία.

THE FOUR LANTERNS - ΤΑ ΑΙΩΝΙΑ ΝΤΟΛΜΑΔΑΚΙΑ


The bet for this year is whether or not Monsieur Jerοme is coming to the midnight picnic. Alfred and Jenevier are deeply concerned. What should they do? Cancel a six-year tradition? No way. They trust Jerome but this year with the hotel’s renovation and its relocation at another spot, will he manage to find them? Let’s not forget, he will come from afar. 
The two of them finally decide to cook the stuffed vine leaves.
“If they are a success, he will find his way” Alfred says wittily.
He is right.
The rendez -vous was set as always on April first’s midnight at the hotel’s gardens, Monsieur Jerome’s favorite spot. He used to sunbathe there after a swim in the pool and order the first spring stuffed vine leaves. Monsieur Jerome was found dead one afternoon by the pool. His heart betrayed him. . First aid was not enough to keep him alive. There was a big fuss all over the hotel. He was particularly loved and open hearted. Everyone had a kind word to say a long time after the incident. Everyone had a funny story to say about him and his good manners. 
But Monsieur Jerome wanted to return and taste the fine spring stuffed vine leaves. Very difficult from where he was, though. He went back and forth to familiar places, of course, but no one could see him and it was not something that he could often perform, anyway. He managed to sneak into Jenevier’s and Alfred’s dream and succeeded into communicating his craving. 
“Why don’t we have a nice picnic with the stuffed vine leaves which I craved for so long and, of course, tell me all about your news?”
The first year the venture was set with a little bit of fear. It is not a small thing to have a dead man as a banqueter sitting with you on the lawn. They had laid down the tablecloths and the dishes, they had served the good-smelling vine leaves with lots of mint, just as he liked it, and some fresh, still warm, bread on the side. They had sat down by the post moon dew and moisture waiting for Monsieur Jerome. 
And he came of course. An impressive entrance one would say, since he chose to come out of the pool, but he had a reason.
“No need to question it my friends, this was my way in and of course it will my way out.”
He ate them with the great appetite he had transmitted them in their dreams and thanked them from the heart. There was no small talk about the other world, just everyday news from the stuff and the city. A discretion from both sides. The picnic lasted about an hour and it was renewed for the following year. And the following. And the following. And six years had passed since then. 
Alfred is certain that he will find the spot and especially this year that they have so many news, so many interesting stories to tell him. The picnic is set at the hotel’s gardens and as always they wait for him in the midnights’ spring dew.
“I think he’s late this year” Jenevier said looking at his watch. 
“Give him more time. Things are a bit different this year.”
They stare at the pool. The exotic birds are silent and only the breeze rustling the tree leaves is heard. Monsieur Jerome is coming out of the bushes this year and scares them. 
“Welcome, we were expecting you from elsewhere, my dear Jerome” Jenevier talked quietly and a bit scared. 

“Oh my, it was so difficult to find you but there was nothing that could keep me apart from my eternal stuffed vine leaves.”


*We would like to warmly thank Aggelo Papadimitriou for his trust.
It was an excellent collaboration.